- λυκάων
- λῠκ-άων, ονος, ὁ,A = λυκάνθρωπος, Paul.Aeg.3.16.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
λυκάων — masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λυκάων — (Lycaon). Γένος θηλαστικών της οικογένειας των κυνιδών, της τάξης των σαρκοφάγων. Το πιο κοινό είδος του γένους αυτού είναι ο Lycaon pictus, ο οποίος έχει διαστάσεις και διαμόρφωση όπως του λύκου. Διαθέτει μεγάλα στρογγυλά αφτιά και λεπτό, μυώδες … Dictionary of Greek
Λυκάων — Λυκά̱ων , Λύκη morning twilight fem gen pl (epic doric aeolic) Λυκά̱ων , Λύκης masc gen pl (epic doric aeolic) Λυκάων masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ликаон — (Λυκάων) в греческой мифологии сын Пелазга, внук Океана, царь в Аркадии. Он и его дети считались самыми нечестивыми людьми в мире. Когда Зевс, чтобы испытать их, явился к ним в виде странника, они зарезали мальчика туземца и предложили богу его… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Λυκαόνων — Λυκάων masc gen pl Λυκαονία in Lycaonian masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λυκαόνων — λυκάων masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λυκάονα — Λυκάων masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λυκάονα — λυκάων masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λυκάονας — Λυκάων masc acc pl Λυκαονία in Lycaonian masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λυκάονας — λυκάων masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λυκάονες — Λυκάων masc nom/voc pl Λυκαονία in Lycaonian masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)